Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2011

Οι ‘καλοί’ Βενετοί και οι καλόγεροι

Καλόγερος στα Στροφάδια το 1912
   Την άνοιξη του 1411 η Βενετία αποφάσισε (1) να αποζημιώσει τον Antonio Gritti, Βενετό πρόξενο στην Τύνιδα, για τα έξοδα εξαγοράς σκλάβων που είχε αρπάξει μία Βορειοαφρικάνικη φούστα (1). Ήταν μερικοί μοναχοί των Στροφάδων και τα άπορα μέλη του πληρώματος μίας Κορωναίικης γρυπαρίας (2).
Οι Κορωναίοι ήταν υπήκοοι της Βενετίας ήδη από διακόσια χρόνια νωρίτερα. Όταν ο Gritti εξαγόραζε την ελευθερία τους ήξερε εκ των προτέρων ότι θα πάρει τα λεφτά του πίσω. Οι Στροφαδιώτες όμως; Όπως θα δούμε σε επόμενη ανάρτηση δεν ήταν καν Καθολικοί. Δεν ξέρουμε πόσοι ήταν αλλά το ποσό ήταν σίγουρα μεγάλο. Αν και οι τιμές υπάκουαν στο νόμο της προσφοράς και της ζήτησης μπορούμε χοντρικά να πούμε πως ένας σκλάβος κόστιζε περίπου όσο ένα άλογο. Με σημερινούς όρους όσο ένα αυτοκίνητο. Αν ο καλός αυτός άνθρωπος απελευθέρωνε όποιον άπορο Χριστιανό έφτανε αλυσοδεμένος στο Τούνεζι, θα χρεοκοπούσε μέσα σε λίγους μήνες το πολύ. Πρέπει να ήταν σίγουρος για την αποζημίωση του και όντως αποζημιώθηκε. Γιατί όμως να πληρώσει, έτσι χωρίς ιδιαίτερο δισταγμό, η Βενετική Σινιορία αν δεν ήταν υπήκοοι της; Και μάλιστα πλήρωσε χωρίς νύξη για αίτηση αποζημίωσης από τον ηγεμόνα του οποίου ήταν υπήκοοι οι μοναχοί.
Βορειοαφρικάνικη φούστα ή γαλιότα με σπασμένο κατάρτι
Στα τεράστιας έκτασης Βενετικά αρχεία, που μελετώνται εντατικά από τους ερευνητές εδώ και δύο αιώνες, δεν έχει βρεθεί παλιότερο έγγραφο αναφερόμενο στα Στροφάδια. Αυτός είναι μάλλον ο λόγος που κανένας ιστορικός μέχρι τώρα δεν θεώρησε πιθανό ότι ανήκαν τότε στη Βενετία. Η μόνη εξήγηση που προτείνεται είναι πως ανήκαν στο Δουκάτο της Αγίας Μαύρας, το διάδοχο κράτος της Παλατινής Κομητείας Κεφαλληνίας και Ζακύνθου, και, επειδή οι Βενετοί δεν ήταν γνωστοί για ανιδιοτέλεια ή γενναιοδωρία, η απελευθέρωση των μοναχών εικάζεται πως ήταν το αποτέλεσμα μιας στενής και αμοιβαία επωφελούς σχέσης μεταξύ της μονής των Στροφάδων και της Βενετίας. Δεν αμφισβητώ ότι οι σχέσεις Στροφαδιωτών και Βενετών ήταν διαχρονικά καλές και αμοιβαία επωφελείς. Αυτό όμως καθόλου δεν σημαίνει πως οι Βενετοί θα έφταναν να αντιμετωπίζουν τους μοναχούς σαν υπηκόους τους. Η θεωρούμενη ειδική σχέση, ακόμα και αν την γνώριζε, δεν θα ενέπνεε τον Antonio Gritti με καμία βεβαιότητα ότι θα πάρει πίσω τα χρήματα του. Επιπλέον, όπως έδειξα στην προηγούμενη ανάρτηση, τα Στροφάδια δεν φαίνεται να ανήκαν στους Ορσίνι όταν διαφέντευαν τη Ζάκυνθο. Αντιπρότεινα ότι τα Στροφάδια πρέπει να ήταν έδαφος της Βαρονίας της Πάτρας.
Και πως, θα ρωτήσει κάποιος δικαιολογημένα, δένει η δική μου πρόταση με την απελευθέρωση των μοναχών το 1411; Η εξήγηση είναι πως το 1411 η Βαρονία της Πάτρας ανήκε προσωρινά στη Βενετία. Από το 1402 τουλάχιστον, η Βενετία ενδιαφερόταν για την Πάτρα ψάχνοντας για περισσότερα ερείσματα στο Μοριά (4). Τελικά νοίκιασαν τη βαρονία για μία πενταετία το 1408 (5) από τον Αρχιεπίσκοπο Στέφανο Ζακκαρία (Stefano Zaccaria), τον όχι ιδιαίτερα αγαπητό αδελφό του τελευταίου Φράγκου Πρίγκιπα της Αχαΐας Κεντυρίωνα Ζακκαρία (Centurione Zaccaria). Το 1413 επέστρεψαν την Πάτρα στη διοίκηση του αρχιεπισκόπου αλλά χωρίς να εγκαταλείψουν τις φιλοδοξίες τους και, μάλλον, ούτε την πραγματική εξουσία. Το 1417 η συμφωνία ανανεώθηκε και οι Βενετοί έγιναν πάλι, και τυπικά, κύριοι της βαρονίας. Η κατάσταση ανησύχησε τον Πάπα Μαρτίνο Ε΄, που έβλεπε να αποξενώνεται η περιουσία της Καθολικής Εκκλησίας και που είχε εύκολα διαβλέψει τις προθέσεις των Βενετών. Μετά την αντίδραση του η Βενετία παρέδωσε ξανά τη διοίκηση της Πάτρας στον αρχιεπίσκοπο το 1419 (6). Διατήρησε όμως σημαντική επιρροή μέχρι την κατάληψη της από τις δυνάμεις του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου μια δεκαετία αργότερα. Με άλλα λόγια, οι Βενετοί αντιμετώπισαν τους μοναχούς των Στροφάδων σαν υπηκόους τους ακριβώς επειδή ήταν όντως υπήκοοι τους εκείνη την εποχή.
Όταν μιλήσαμε για τις σχέσεις της μονής των Στροφάδων με τη Βενετική οικογένεια Loredan είχαμε αναφέρει ένα άλλο Βενετικό έγγραφο που αφορούσε το μοναστήρι και που συντάχθηκε ακριβώς πέντε χρόνια μετά από αυτό για την αποζημίωση του Gritti. Είναι η απόφαση της Βενετίας να βοηθήσει τους μοναχούς των Στροφάδων να χτίσουν και να οχυρώσουν ένα κτίριο, για να προστατευτούν από τις επιθέσεις Μουσουλμάνων πειρατών που είχαν λεηλατήσει τα νησιά και πάρει αιχμαλώτους (7). Παρατηρούμε ότι η απόφαση αυτή του 1416 πάρθηκε στο διάστημα που οι Βενετοί είχαν παραδώσει τη διοίκηση της Πάτρας – και των Στροφάδων που ήταν εξάρτημα της – στον αρχιεπίσκοπο-βαρόνο Στέφανο Ζακκαρία. Ένα χρόνο αργότερα θα την αναλάμβαναν και πάλι. Η ‘φιλάνθρωπη’ και ‘ευσεβής’ αυτή χειρονομία θα είχε οπωσδήποτε τη σύμφωνη γνώμη του ‘συνεταίρου’ τους αρχιεπισκόπου και θα είχε παρθεί μετά από αίτημα των απελευθερωθέντων με την παρέμβαση του Gritti μοναχών.
Το περίεργο σε αυτή την υπόθεση είναι πως, λογικά, οι μοναχοί θα είχαν ζητήσει βοήθεια για την οχύρωση της μονής λίγο μετά την επίθεση των πειρατών. Οι Βενετοί όμως θυμήθηκαν το παραγκωνισμένο αίτημα μια ολόκληρη πενταετία αργότερα, και μάλιστα όταν δεν είχαν πλέον τυπικά καμιά υποχρέωση αφού τη διακυβέρνηση της βαρονίας εξασκούσε και πάλι ο αρχιεπίσκοπος. Προς τι λοιπόν αυτή η ξαφνική επίδειξη φιλανθρωπίας; Ο χρόνος της απόφασης, σε συνδυασμό με το ότι εκείνη τη χρονιά ο Πρίγκιπας της Αχαΐας Κεντυρίων Ζακκαρία διαπραγματευόταν την πώληση του Ναβαρίνου στους Γενουάτες (8), ρίχνει τη σκιά της υποψίας στα Βενετικά κίνητρα.
   Το Ναβαρίνο είναι πολύ κοντά στα δύο μάτια της Βενετίας στο Μοριά, τη Μεθώνη και την Κορώνη. Οι Βενετοί ήταν ανήσυχοι από την προοπτική οι αιώνιοι ανταγωνιστές και συχνοί αντίπαλοι τους να βάλουν πόδι στην περιοχή (9). Η Μεθώνη βρίσκεται μόνο 7 ναυτικά μίλια νότια του Ναβαρίνου. Τα Στροφάδια 38 ναυτικά μίλια βορειοδυτικά του. Επιπλέον είναι ακριβώς απέναντι από μία άλλη παραλιακή κτήση του Κεντυρίωνα, την Αρκαδιά (Κυπαρισσία). Τα νησάκια, που ίσως χαρίστηκαν στον πάπα γιατί θεωρούνταν μπελάς, απέκτησαν ξαφνικά στρατηγική αξία λόγω της θέσης τους και του πόσιμου νερού (10) που διέθεταν άφθονο (11).
Το λιμάνι και το κάστρο του Ναβαρίνου το 1680
   Τα κατ’ εξοχήν πολεμικά πλοία της εποχής ήταν τα λεγόμενα κάτεργα ή γαλέες (12) που σήμερα έχει επικρατήσει να λέγονται γαλέρες. Κάθε ένα από αυτά είχε 150-180 κωπηλάτες. Μαζί με τους υπόλοιπους ναυτικούς και το απαραίτητο άγημα τοξοτών ο αριθμός έφτανε, και συχνά ξεπερνούσε κατά πολύ, τους 250. Το καλοκαίρι, που γίνονταν και οι περισσότερες επιχειρήσεις, οι ανάγκες σε νερό ήταν πολύ μεγάλες, ιδιαίτερα αν υπήρχε νηνεμία. Θα μπορούσε να πεί κανείς πως το νερό ήταν το καύσιμο των πολεμικών του Μεσαίωνα στη Μεσόγειο. Όμως αυτά τα πλοία δεν μπορούσαν να μεταφέρουν μεγάλη ποσότητα φορτίου και κατά συνέπεια ούτε νερού. Η γεωγραφική θέση των Στροφάδων είναι τέτοια που, αν κάποιος σκόπευε να προχωρήσει σε ναυτικό αποκλεισμό του Ναβαρίνου και της Αρκαδιάς, ελέγχοντας τες επέκτεινε τη ζώνη αποκλεισμού και το χρόνο παραμονής των πλοίων του σε περιπολία. Ήταν δηλαδή τα νησιά ένας πολλαπλασιαστής δύναμης, κάτι σαν αβύθιστο πετρελαιοφόρο στόλου θα λέγαμε σήμερα, και ιδιαίτερα χρήσιμα για την αποσόβηση της εγκατάστασης ανεπιθύμητων νέων γειτόνων. Η προθυμία της Σινιορίας να βοηθήσει δήθεν τους μοναχούς έκρυβε την ορατή προοπτική να χρησιμοποιηθούν για την αποτροπή της Γενουατικής παρουσίας στο Μοριά. Ακόμη και αν αυτό δεν γινόταν επιτευκτό τα Στροφάδια θα βοηθούσαν στον μελλοντικό έλεγχο της ναυτικής δραστηριότητας των Γενουατών στην περιοχή.
Η κατασκευή οχυρού σε έδαφος που τυπικά δεν ανήκε στη Βενετία χρειαζόταν κάποια εύσχημη δικαιολογία και οι πειρατικές επιδρομές ήταν ιδανική. Έτσι ξεθάφτηκε το προ πενταετίας αίτημα των καλογέρων. Η παρουσία στις νησίδες πληρωμάτων του στόλου – που οι Βενετοί απασχολούσαν τακτικά στην κατασκευή οχυρωματικών έργων – θα απέτρεπε στο μεταξύ τυχόν κατάληψη τους από τον αντίπαλο. Τελικά, για να είναι σίγουροι, οι Βενετοί κατέλαβαν το Ναβαρίνο το 1417 (13), μόλις προλαβαίνοντας την κατάληψη του από τους Γενουάτες (14). Οι Βενετικές πηγές ιστορικών πληροφοριών για τα Στροφάδια θα σωπάσουν ξανά μέχρι το τέλος του αιώνα, ισχυρότατη ένδειξη πως η εξάρτηση τους από τη Γαληνοτάτη Δημοκρατία εκείνο τον καιρό δεν ήταν παρά ένα σχετικά σύντομο επεισόδιο. Σε λίγο περισσότερο από μια δεκαετία όμως θα ανοίξει ένα καινούργιο κεφάλαιο της ιστορίας τους.

-------------------------------------------------------------------- 

(1) “31 mars - 7 avril 1411. Venise accorde, au consul de Tunis, Antoine Gritti ', la restitution des dépenses faites pour le rachat de quelques moines enlevés par une « fuste » maure sur l'île de Strivali ', et de quelques hommes sans moyens, pris par le même vais-seau sur une griparia de Coron.”, από το Revue de l’Orient latin, τ. 4ος, σ. 508.

(2)  Η φούστα ήταν μικρό πολεμικό τύπου γαλέρας με 48-72 κωπηλάτες. Μαζί με το υπόλοιπο πλήρωμα μπορεί να είχε πάνω από 100 ενόπλους, αφού και οι κωπηλάτες έπαιρναν μέρος στις μάχες αντίθετα με το αυτό που πιστεύουν πολλοί. Ήταν το πλοίο που προτιμούσαν οι πειρατές λόγω της ταχύτητας του, της ευελιξίας του και της δυνατότητας του να επιχειρεί σε ρηχά, παράκτια νερά.
(3)  Η λέξη γρυπαρία προέρχεται από τη λέξη γρύπος, όπως στο Μεσαίωνα λεγόταν το γνωστό μας ψαροκάικο. Ήταν δηλαδή ένα μεγάλο καΐκι που το χρησιμοποιούσαν κυρίως για μεταφορές. Οι Βενετοί το έλεγαν griparia και οι Τούρκοι igribar.
(4)  Κωνσταντίνος Σάθας, Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τ. 10ος, Cancellaria Secreta, 3.
(5)  Kenneth M. Setton, The Papacy and the Levant (1204-1571), Volume I, The Thirteenth and Fourteenth Centuries, σ. 14, και William Miller, The Latins in the Levant, a history of Frankish Greece (1204-1566), σ. 364.
(6)  Kenneth M. Setton & Harry W. Hazard, A History of the Crusades, τ. 3, The Fourteenth and Fifteenth Centuries, σ. 163.

(7) "6-11 avril 1416. Le gouvernement vénitien décide d'aider les moines des « scopuli Strivalii, siti prope Mothonum » à bâtir et à fortifier une maison pour se défendre contre les incursions des pirates musulmans, qui pillaient et prenaient des captifs dans l'Ile”, από το Revue de l’Orient latin, τ. 4ος, σ. 563.

(8)  Σπυρίδων Λάμπρος, Παλαιολόγεια και Πελοποννησιακά, τ. Γ’, Πρόλογος, σ. κγ’.
(9)  Βλέπε προηγούμενη παραπομπή.
(10)  αν λάχη και θέλης να πας εις τα Στρουφάδια διά νερόν άμε εις το ακρωτήριν το λιγνόν”, Armand Delatte, Les portulans grecs, σ. 52. 

(11)  ΄Ενας παλιός θρύλος των Στροφάδων λέει πως το νερό πηγαίνει εκεί υπόγεια από τον ποταμό Αλφειό. Λέγεται ότι έχουν βρεθεί φύλλα πλατάνου και άλλα αντικείμενα σε πηγάδια που είναι αδύνατο να προήλθαν από τα νησιά. Βλ. Walter Rodwell Wright, Horae Ionicae, σσ. 50-52. Ο θρύλος βέβαια δεν είναι αναγκαστικά μύθος. Βλέπε Cindy Clendenon, Ancient Greek Hydromyths About the Submarine Transport of Terrestrial Fresh Water Through Seabeds Offshore of Karstic Regions, σ. 5.
(12)  Και οι δύο όροι είναι ελληνικής προέλευσης. Το γαλέα προέρχεται από το σκυλόψαρο γαλέος λόγω του μακρόστενου σχήματος του πλοίου. Οι Τούρκοι χρησιμοποιούσαν τον όρο kadirga και οι Ιταλοί galea.
(13)  Kenneth M. Setton & Harry W. Hazard, A History of the Crusades, τ. 3, The Fourteenth and Fifteenth Centuries, σ. 163.
(14)  William Miller, The Latins in the Levant, a history of Frankish Greece (1204-1566), σ. 385.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Άδεια Creative Commons
Αυτή η εργασία από το http://pampalaia.blogspot.com/ χορηγείται με άδειαCreative Commons Αναφορά προέλευσης - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 3.0 Μη εισαγόμενο .