Παρασκευή 18 Μαρτίου 2011

Απεικονίσεις Στρατιωτών – μέρος Γ΄


Οι εικονιζόμενοι δεν είναι Στρατιώτες. Τυπικά τουλάχιστον. Ο τίτλος του σχεδίου του Jörg Breu του πρεσβύτερου, φτιαγμένου το 1530, είναι ‘Δέκα Ούγγροι λογχοφόροι’.  Το κατά πόσον οι άνθρωποι αυτοί είχαν πραγματικά κάποια κοινά πολιτιστικά στοιχεία με τους Μαγυάρους είναι, κατά τη γνώμη μου, συζητήσιμο. Οι Μαγυάροι της εποχής εκείνης ντύνονταν με τρόπο που έδειχνε τόσο δυτικές όσο και ανατολικές επιρροές. Δεν υπάρχει όμως τίποτα το δυτικό στην εμφάνιση αυτών των ιππέων.
Έχουμε δει αρκετές απεικονίσεις στις προηγούμενες αναρτήσεις, τόσο Στρατιωτών όσο και απλών Ελλήνων – Έλληνας εδώ σημαίνει ορθόδοξος Βαλκάνιος – για να πούμε ότι τρία μόνο πράγματα υπάρχουν σε αυτό το πολύ καλό σχέδιο που ίσως δεν έχουμε ξαναδεί. Το πρώτο είναι τα σπιρούνια, αλλά νομίζω κανείς δεν τα θεωρεί πρωτοτυπία. Το δεύτερο είναι η αιχμηρή μεταλλική βάση του κονταριού. Αυτή είναι που οδήγησε κάποιους να γράψουν ότι τα κοντάρια των Στρατιωτών είχαν αιχμές και στα δύο άκρα. Στην πραγματικότητα κάθε καλό κοντάρι χρειάζεται μια τέτοια βάση, όχι για να χρησιμοποιηθεί στη μάχη αλλά για να στέκεται καρφωμένο κατακόρυφα στο έδαφος. Έτσι δεν χρειαζόταν να το παρατήσουν μέσα στις λάσπες αν δεν υπήρχε κάποιο δέντρο, ας πούμε, να το ακουμπήσουν, αλλά ούτε και να σκεβρώσει ακριβώς επειδή έμεινε ακουμπισμένο σε ένα δέντρο. Το τρίτο είναι το κυψελοειδές καπέλο που φορούν τρεις από τους καβαλάρηδες. Και αυτό έχει προέλευση βυζαντινή.

Σε αυτή την απεικόνιση, από μία διακοσμημένη κασέλα των Marco del Buono Giamberti και Apollonio di Giovanni di Tomaso, φτιαγμένη στα μέσα της δεκαετίας του 1460, Τραπεζούντιοι μάχονται Τούρκους φορώντας τέτοια καπέλα. Υπάρχει και απεικόνιση Στρατιώτη με τέτοιο στο βιβλίο ‘A Cyclopaedia of Costume’ του 1879 αλλά δεν γνωρίζω την αρχική πηγή.

Ήδη από 15ο αιώνα, πρόσφυγες-μισθοφόροι από τα Βαλκάνια είχαν σχηματίσει σώματα ελαφρού ιππικού στην Ουγγαρία και στις αρχές του 16ου πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους μέχρι τις ακτές της Βαλτικής. Η παρακάτω εικόνα είναι τμήμα δημιουργίας του 1518 που τιτλοφορείται ‘Τρόπαιο από την Ουγγαρία’. Είναι μέρος του κύκλου ‘Ο θρίαμβος του αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού Α΄’ που φιλοτέχνησε ο Albrecht Dürer και άλλοι σημαντικοί καλλιτέχνες της εποχής. Ήταν ένας κατά φαντασίαν θρίαμβος του αυτοκράτορα, ή αν θέλετε ένας θρίαμβος της έντυπης προπαγάνδας που ακολούθησε την ανακάλυψη της τυπογραφίας.

Την έβαλα εδώ γιατί μου θυμίζει πως ο Μανιάτης Θεόδωρος Μελισσηνός από το Πραστείο, από μια από τις πρώτες οικογένειες Στρατιωτών που εγκαταστάθηκαν στη Ζάκυνθο, άφησε στην διαθήκη του το 1509 στη γυναίκα και το γιό του το ‘δοξάρι, ταρκάσι (φαρέτρα), το σπαθί και το σκουτάρι (ασπίδα)’ (1). Ο Θεόδωρος πέθανε το 1527 (2).
Ήδη από τα μέσα του 16ου αιώνα οι αλλαγές στην εμφάνιση των Στρατιωτών ήταν σημαντικότατες, με εμφανείς πια τις δυτικές επιρροές αλλά και την ανάγκη αντιμετώπισης του συνεχώς αυξανόμενου ρόλου των πυροβόλων όπλων.

Εικάζεται ότι ο γονυπετής άνδρας αυτής της λεπτομέρειας της ‘Δέησης’ (3) που αφιερώθηκε στον Άγιο Γεώργιο των Ελλήνων στη Βενετία το 1546 είναι ο Κομίνης (4) Μάνεσης (5). Παρακάτω οι γιοί του Ιωάννης και Γεώργιος, αφιερωτές της εικόνας.



Και οι τρεις φοράνε ένα είδος στολής, ίσως οικογενειακής. Έχουν ευρωπαϊκά σπαθιά (spada da lato a striscia) και μάλλον δεν ήταν για μόστρα (6). Είχαν περισσότερες πιθανότητες να εισχωρήσουν στις αρθρώσεις μιας πανοπλίας από ότι η κυρτή σπάθη. Οι δύο νεώτεροι σέρνουν άλογα με διπλά γκέμια, στολισμένα με χρωματιστά φτερά στρουθοκαμήλου. Προσέξτε τις ουρές δεμένες κόμπο. Ο Ιωάννης κρατάει λόγχη που δεν παρουσιάζεται στις αληθινές της διαστάσεις – στην πραγματικότητα είχε μήκος πάνω από τρία μέτρα. Φοράει δυτικό κράνος με προσωπίδα, κάτι που υποδηλώνει τη χρήση θώρακα στη μάχη και πιθανότατα κνημίδων. Παρ’ όλες τις αλλαγές, ο Κομίνης φοράει το συνηθισμένο καπέλο των Στρατιωτών με χρυσή φούντα και τον απαραίτητο σκούφο. Τα μαλλιά του όμως, όπως και των γιών του, είναι κοντά. Τα μακριά μανίκια του επενδύτη έχουν πια αποκτήσει αποκλειστικά διακοσμητικό ρόλο και θυμίζουν τα μανίκια της φέρμελης των ευζώνων.
Η παρακάτω απεικόνιση ενός Γάλλου estradiot και ενός έφιππου αρκεμπουζιέρου το 1548, φτιαγμένη από τον Gustav David γύρω στα 1830, μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα ακριβής, είναι όμως ενδεικτική των τάσεων που επικρατούσαν.

Από τα μέσα του 16ου αιώνα ολόκληρα τα Βαλκάνια, εκτός από τη Δαλματία, βρίσκονταν υπό Οθωμανική κυριαρχία. Το 1571 κατελήφθη και η Κύπρος. Οι Βενετοί αναγκάστηκαν να στρατολογούν σαν Στρατιώτες Δαλματούς, κυρίως Μορλάκους (7). Στη Γαλλία στα σώματα των estradiots και των argoulets (8) κατατάσσονταν πλέον ντόπιοι. Οι περισσότεροι στρατοί άρχισαν να δημιουργούν σώματα ουσάρων. Μόνο στα Επτάνησα συνέχισαν τη δράση τους οι Στρατιώτες ως το τέλος της Βενετοκρατίας.
Σε αυτές τις τρεις αναρτήσεις για τους Στρατιώτες χρησιμοποίησα σχεδόν αποκλειστικά απεικονίσεις της εποχής τους. Υπάρχουν αρκετές σύγχρονες αλλά όπως είναι φυσικό οι αιώνες που έχουν μεσολαβήσει μειώνουν την αξιοπιστία τους. Επί πλέον μπαίνει ζήτημα copyright και δεν θέλω να πατήσω κανενός τον κάλο. Έτσι κι αλλιώς η εντυπωσιακότερη όλων είναι αναμφίβολα αυτή που κοσμεί το εξώφυλλο του βιβλίου ‘Cavalry: The History of a Fighting Elite’. Τη βάζω λοιπόν εδώ, διαφήμιση τους κάνουμε, δεν νομίζω να τους πειράζει. Πρόκειται, κατά πάσα πιθανότητα, για Δαλματό Στρατιώτη με ενδυμασία επίδειξης.

---------------------------------------------------------------------------------------------    
(1)  Δικαίος Βαγιακάκος, ‘Μανιάται εις Ζάκυνθον επί τη βάσει ανεκδότων εγγράφων του Αρχειοφυλακείου Ζακύνθου, σελ.5, Επετηρίς του Αρχείου της Ιστορίας του Ελληνικού Δικαίου’, Τεύχος 5, 1954.
(2)  Λεωνίδα Ζώη, ‘Λεξικόν Ιστορικόν και Λαογραφικόν Ζακύνθου, σελ. 413.
(3)  Πιστεύεται ότι είναι έργο του Κρητικού Μάρκου Στρελίτζα-Μπαθά και σήμερα βρίσκεται στο Istituto Ellenico di Venezia.
(4)  Το Κομίνης ή Κομίνος νομίζω είναι παραφθορά του Κομνηνός. Την εποχή εκείνη ήταν συνηθισμένο φαινόμενο να δίνονται επώνυμα συγγενών σαν κύρια ονόματα. Υπάρχουν πάρα πολλά παραδείγματα μεταξύ των Στρατιωτών, όπως Καλέντζης Μπούας, Παλαιολόγος Ροντάκης ή Κροκόνδυλος Κλαδάς.
(5)  Οι Μανεσαίοι ήταν Αρβανίτες που έμεναν στο Ναύπλιο μέχρι το 1540. Μετά σκορπίστηκαν στην Κέρκυρα, την Ιταλία και τη Ζάκυνθο. Στα Βενετικά έγγραφα το Μάνεσης γράφεται με δύο ‘s’ (Manessi) όπως όλα τα Αρβανίτικα επώνυμα με την ίδια κατάληξη – Ρένεσης, Λυκούρεσης, Μάτεσης, για να αναφέρω μερικά γνωστά στη Ζάκυνθο. Το διπλό ‘s’ προφερόταν παχύ όπως το Αγγλικό ‘sh’.
(6)  Η επίδειξη στα Επτάνησα, από το Ιταλικό mostra. Για τους Στρατιώτες η μόστρα ήταν κάτι σαν την αναφορά, μόνο που δε γινόταν καθημερινά αλλά 8 με 10 φορές το χρόνο, την ημέρα της πληρωμής.
(7)  Οι Μορλάκοι, ή Μαυρόβλαχοι, ήταν ένας νομαδικός πληθυσμός των Δειναρικών Άλπεων που μιλούσαν μια Λατινογενή γλώσσα συγγενή με τα Βλάχικα. Οι ορεσίβιοι ποιμενικοί πληθυσμοί των Βαλκανίων ήταν οι κύριες δεξαμενές στρατολογίας Στρατιωτών λόγω της συνάφειας τους με τα άλογα και τα όπλα. Όταν οι Βυζαντινοί παραχώρησαν τη Θεσσαλονίκη στους Βενετούς το 1423 οι τελευταίοι έκαναν προσπάθειες να στρατολογήσουν χίλιους Βλάχους Στρατιώτες.
(8)  Έφιπποι αρκεβουζιοφόροι του Γαλλικού στρατού. Η ετυμολογία του είναι άγνωστη αλλά μάλλον παραπέμπει στην Αργολίδα.

1 σχόλιο:

  1. Με τις διαδυκτιακές σου ανασκαφές ξαναδίνεις ζωή στους λησμονισμένους .

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Άδεια Creative Commons
Αυτή η εργασία από το http://pampalaia.blogspot.com/ χορηγείται με άδειαCreative Commons Αναφορά προέλευσης - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 3.0 Μη εισαγόμενο .